σαμποτάρω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σαμποτάρω < σαμποτάζ

Ρήμα[επεξεργασία]

σαμποτάρω

Μεταφράσεις[επεξεργασία]