σεκρετέρ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σεκρετέρ < γαλλική

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ένα σεκρετέρ από το 1797

σεκρετέρ ουδέτερο άκλιτο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]