σκοτεινός θάλαμος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- σκοτεινός θάλαμος < σκοτεινός + θάλαμος, (μεταφραστικό δάνειο) λατινική camera obscura
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
σκοτεινός θάλαμος αρσενικό
- (τεχνολογία) οπτική συσκευή, όπου υπάρχει μια οπή (ή φακός) στη μια πλευρά, μέσω της οποίας μια εικόνα - είδωλο προβάλλεται στην απέναντι πλευρά, πάνω σε μια επιφάνεια
- (φωτογραφία) δωμάτιο, με λιγοστό φως, το οποίο χρησιμοποιείται για την εμφάνιση του φωτογραφικού φιλμ και εκτυπώνονται οι φωτογραφίες
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- σκοτεινός θάλαμος στη Βικιπαίδεια (για συσκευή)
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
σκοτεινός θάλαμος - συσκευή
σκοτεινός θάλαμος - δωμάτιο