σουβέρ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

σουβέρ από φελλό που έχει αλλοιωθεί πιθανά από τοποθέτηση πολύ ζεστού φλυτζανιού

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σουβέρ < (λόγιο δάνειο) γαλλική sous-verre[1]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

σουβέρ ουδέτερο άκλιτο

  • μικρό αντικείμενο που χρησιμοποιείται για να τοποθετείται ανάμεσα σε ποτήρια ή φλυτζάνια και ένα έπιπλο ώστε να μη λερωθεί ή αλλοιωθεί η επιφάνεια του επίπλου

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]