σταλινισμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο σταλινισμός οι σταλινισμοί
      γενική του σταλινισμού των σταλινισμών
    αιτιατική τον σταλινισμό τους σταλινισμούς
     κλητική σταλινισμέ σταλινισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σταλινισμός < (ανθρωπωνύμιο) Στάλιν + -ισμός

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

σταλινισμός αρσενικό

  • (πολιτική): η πολιτική ιδεολογία και πρακτική του Σοβιετικού ηγέτη Ιωσήφ Στάλιν

Μεταφράσεις[επεξεργασία]