σταχανοβίτισσα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- σταχανοβίτισσα < σταχανοβίτης + κατάληξη θηλυκού -ισσα
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
σταχανοβίτισσα θηλυκό
- → δείτε τη λέξη σταχανοβίτης
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
σταχανοβίτισσα
|