συγγένισσα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]


↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η συγγένισσα οι συγγένισσες
      γενική της συγγένισσας των συγγενισσών
    αιτιατική τη συγγένισσα τις συγγένισσες
     κλητική συγγένισσα συγγένισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

συγγένισσα < συγγενής + κατάληξη θηλυκού -ισσα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

συγγένισσα θηλυκό

→ δείτε τη λέξη συγγενής

Μεταφράσεις[επεξεργασία]