συνάλλαγμα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: συναλλαγή

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το συνάλλαγμα τα συναλλάγματα
      γενική του συναλλάγματος των συναλλαγμάτων
    αιτιατική το συνάλλαγμα τα συναλλάγματα
     κλητική συνάλλαγμα συναλλάγματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

συνάλλαγμα < αρχαία ελληνική συνάλλαγμα < συναλλάσσω < σύν + ἀλλάσσω < ἄλλος < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *h₂élyos ((σημασιολογικό δάνειο) αγγλική exchange[1] [2] ή (σημασιολογικό δάνειο) γαλλική change[1] [2])

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /siˈna.laɣ.ma/
τυπογραφικός συλλαβισμός: συ‐νάλ‐λαγ‐μα
παλιότερος συλλαβισμός: συν‐άλ‐λαγ‐μα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

συνάλλαγμα ουδέτερο

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. 1,0 1,1 συνάλλαγμα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. 2,0 2,1 συνάλλαγμαΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)