τιμωρητέος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- τιμωρητέος < αρχαία ελληνική τιμωρητέος
Επίθετο[επεξεργασία]
τιμωρητέος, -α, -ο
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
τιμωρητέος