τύπισσα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]


↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η τύπισσα οι τύπισσες
      γενική της τύπισσας των τυπισσών
    αιτιατική την τύπισσα τις τύπισσες
     κλητική τύπισσα τύπισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

τύπισσα < τύπος + κατάληξη θηλυκού -ισσα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

τύπισσα θηλυκό

→ δείτε τη λέξη  τύπος

Μεταφράσεις[επεξεργασία]