υποδεικνύω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

υποδεικνύω < αρχαία ελληνική ὑποδεικνύω

υποδεικνύω < υπό + δεικνύω (< δείκνυμι)

Ρήμα[επεξεργασία]

υποδεικνύω

  1. δείχνω
  2. επισημαίνω
  3. συμβουλεύω
  4. συνιστώ

Μεταφράσεις[επεξεργασία]