υποκειμενικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- υποκειμενικός < υποκείμενο + -ικός
Επίθετο[επεξεργασία]
υποκειμενικός, -ή, -ό
- που καθορίζεται από την αντίληψη ή τη γνώμη ενός ανθρώπου (ενός υποκειμένου) που αισθάνεται ή σκέφτεται, κρίνει κλπ
- το υποκειμενικό αίσθημα του ψύχους δεν εξαρτάται μόνο από τη θερμοκρασία