φίλο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: φύλο, φύλλο, φιλώ

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈfi.lo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: φί‐λο
ομόηχα: φύλλο, φύλο

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]

φίλο αρσενικό