φιλαράκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το φιλαράκι τα φιλαράκια
      γενική
    αιτιατική το φιλαράκι τα φιλαράκια
     κλητική φιλαράκι φιλαράκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

φιλαράκι < φίλ(ος), φίλη  + υποκοριστικό επίθημα -αράκι

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /fi.laˈɾa.ci/
ομόηχο: φυλλαράκι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

φιλαράκι ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

για γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε φίλος