φραντζολάκι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | φραντζολάκι | τα | φραντζολάκια |
γενική | — | — | ||
αιτιατική | το | φραντζολάκι | τα | φραντζολάκια |
κλητική | φραντζολάκι | φραντζολάκια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- φραντζολάκι < υποκοριστικό της λέξης φραντζόλα
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
φραντζολάκι ουδέτερο
- η μικρή φραντζόλα, το μικρό επίμηκες ψωμάκι
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
φραντζολάκι