φριτέζα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φριτέζα οι φριτέζες
      γενική της φριτέζας
    αιτιατική τη φριτέζα τις φριτέζες
     κλητική φριτέζα φριτέζες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

φριτέζα < γαλλική friteuse

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

φριτέζα θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]