χελιδόνι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το χελιδόνι τα χελιδόνια
      γενική του χελιδονιού των χελιδονιών
    αιτιατική το χελιδόνι τα χελιδόνια
     κλητική χελιδόνι χελιδόνια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

χελιδόνι < μεσαιωνική ελληνική χελιδόνιον < αρχαία ελληνική η χελιδών

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

χελιδόνι ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]