χιονόμπαλα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- χιονόμπαλα < χιονό- + μπάλα
- για τη διακοσμητική σφαίρα < μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική snow globe
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /çoˈno.ba.la/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : χιο‐νό‐μπα‐λα
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
χιονόμπαλα θηλυκό
- μπάλα από χιόνι, όπως αυτές του χιονοπόλεμου
- διακοσμητική γυάλα, συνήθως σφαιρική με μινιατούρες και μικρές νιφάδες που μοιάζουν με χιόνι
- χριστουγεννιάτικο γλύκισμα από γάλα, ζάχαρη και ινδοκάρυδο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μπάλα χιονιού
διακοσμητική σφαίρα
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'αρθρίτιδα' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα χιονό- (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)