ωριαία άτρακτος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ωριαία άτρακτος < → δείτε τις λέξεις ωριαίος και άτρακτος• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά[επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
ωριαία άτρακτος θηλυκό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ωριαία άτρακτος
→ δείτε τη λέξη ζώνη ώρας |