аудијенција

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Σερβικά (sr)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

аудијенција (sr) (λατινική γραφή: audijencija) θηλυκό