гоншу
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αζεριανά (az)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
гоншу (az)
- ο γείτονας
Κλίση[επεξεργασία]
κλίση του гоншу
ενικός | πληθυντικός | |
---|---|---|
ονομαστική | гоншу | гоншулар |
αιτιατική | гоншуну | гоншулары |
δοτική | гоншуја | гоншулара |
τοπική | гоншуда | гоншуларда |
αφαιρετική | гоншудан | гоншулардан |
γενική | гоншунун | гоншуларын |