на
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ρωσικά (ru)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Πρόθεση[επεξεργασία]
на (ru) αιτιατική πτώση (κίνηση προς):
- επάνω σε, πάνω
- на стол — πάνω στο τραπέζι
- να, προς
- на по́чту — προς το ταχυδρομείο
- μέσα σε, μέσα
- (διάρκεια, αξία, σκοπό) για
- на что? — για τί;
προθετική πτώση (θέση επάνω σε):