ἀβδηριτίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἀβδηριτίζω < παρασύνθετο του Ἀβδηρίτης

Ρήμα[επεξεργασία]

ἀβδηριτίζω
  1. συμπεριφέρομαι όπως οι Ἀβδηρίτες
  2. (μεταφορικά) σκέπτομαι ή ενεργώ ανόητα, ματαιόδοξα