ἀνατομή

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ανατομή

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἀνατομή < ἀνατέμνω

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ἀνατομή θηλυκό