ἀπλανής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: απλανής

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἀπλανής < ἀ- στερητικό + πλάνη (περιπλάνηση, ξεστράτισμα, ψευδαίσθηση)

Επίθετο[επεξεργασία]

ἀπλανής, -ής, -ές

  1. σταθερός, μη μετακινούμενος
    ἐξ ἧς δὴ τῆς αἰτίας γέγονεν ὅσ' ἀπλανῆ τῶν ἄστρων ζῷα θεῖα ὄντα καὶ ἀίδια (Πλάτωνος, Τίμαιος 40b)
    Από αυτήν την αιτία γεννήθηκαν όσα από τα άστρα είναι απλανή και ζωντανά, θεϊκά και παντοτινά
  2. (για γραμμή) ευθεία
  3. ορθός, μη εσφαλμένος