Ὀδυσσεύς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

→ λείπει η κλίση

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Ὀδυσσεύς < πιθανόν αρχαία ελληνική ὀδύσσομαι (μισώ)[1]. Προτείνεται και έτυμο μη ελληνικό. Κατά τον Beekes[2] πρωτοελληνική ς προέλευσης.

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Ὀδυσσεύς αρσενικό
  1. ανδρικό όνομα
  2. (ελληνική μυθολογία): μυθικός βασιλεύς της Ιθάκης, πρωταγωνιστής της Οδύσσειας του Ομήρου

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. The Homeric Etymology of the Name Odysseus, Stanford, W. B., Classical Philology, vol. 47, no. 4, 1952, pp. 209–213. JSTOR
  2. Beekes, Robert S. P. (2010) Etymological Dictionary of Greek. [Ετυμολογικό λεξικό της ελληνικής γλώσσας] (στα αγγλικά) με την αρωγή του Lucien van Beek. Leiden: Brill. Τόμοι 1‑2.

Πηγές[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]