-κτόνος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

-κτόνος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική -κτόνος < κτείνω (σκοτώνω)

Επίθημα[επεξεργασία]

-κτόνος

Παράγωγα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Σύνθετα[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]



Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

-κτόνος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική -κτόνος < κτείνω (σκοτώνω)

Επίθημα[επεξεργασία]

-κτόνος

Σύνθετα[επεξεργασία]



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

-κτόνος < μεταπτωτική βαθμίδα θέματος που απαντά και στο κτείνω (σκοτώνω) [1]

Επίθημα[επεξεργασία]

-κτόνος

Συγγενικά[επεξεργασία]

Σύνθετα[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. s.v. «-κτονία» - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.