-ών

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των σελίδων που χρειάζονται να μορφοποιηθούν όπως συνηθίζεται στο Βικιλεξικό,
έτσι ώστε να υπάρχει ομοιομορφία με τις υπόλοιπες σελίδες.

Παρακαλούμε βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι η μορφή της σελίδας ταιριάζει με τα στάνταρντ του Βικιλεξικού.

Για μορφοποίηση: Χρειάζεται τον νεοελληνικό τομέα, με τις γεν.πληθ και με όλες τις μετοχές σε -ών. Sarri.greek 13:10, 13 Μαΐου 2021 (UTC).



Δείτε επίσης: -ων, -ῶν, ὤν, ὧν

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική -ών οἱ -ῶνες
      γενική τοῦ -ῶνος τῶν -ώνων
      δοτική τῷ -ῶν τοῖς -ῶσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν -ῶν τοὺς -ῶνᾰς
     κλητική ! -ών -ῶνες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  -ῶνε
γεν-δοτ τοῖν  -ώνοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'χειμών' όπως «χειμών» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική -ών οἱ -όνες
      γενική τοῦ -όνος τῶν -όνων
      δοτική τῷ -όν τοῖς σῐ(ν)
    αιτιατική τὸν -όν τοὺς -όνᾰς
     κλητική ! -ών -όνες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  -όνε
γεν-δοτ τοῖν  -όνοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'κανών' όπως «κανών» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

-ών < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *-on- (Χρειάζεται τεκμηρίωση…). Για θηλυκά που λήγουν σε , δείτε -δών
Απόγονοι > νέα ελληνικά: -ώνας

Επίθημα[επεξεργασία]

-ών, εκτεταμένο: -εών & -ων

Σύνθετα[επεξεργασία]

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

νέα ελληνική:

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. s.v. «σαγόνι» - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. 
  2. §861,20 - Smyth, Herbert Weir (1920) A Greek grammar for colleges. (Ελληνική [αρχαία] γραμματική για τα κολλέγια). (στα αγγλικά) Νέα Υόρκη: American Book Company
  3. -ών - Chantraine, Pierre (1933), La formation des noms en grec ancien, Collection Linguistique, vol.38, Paris 1968.