Alpen

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αλσατικά (gsw)[επεξεργασία]

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Alpen



Γερμανικά (de)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Alpen < (κληρονομημένο) μέση άνω γερμανική alben < (κληρονομημένο) παλαιά άνω γερμανική alpen

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈʔalpən/
 

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Alpen (de) θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό



Ολλανδικά (nl)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Alpen (nl)



Ιταλικά (it)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Alpen < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Alpen αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές[επεξεργασία]

  • Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [1]



Σουηδικά (sv)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Alpen < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Alpen αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές[επεξεργασία]

  • Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [2]