Forelle

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γερμανικά (de)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική die Forelle die Forellen
γενική der Forelle der Forellen
δοτική der Forelle den Forellen
αιτιατική die Forelle die Forellen

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˌfoˈʁɛlə/
 
τυπογραφικός συλλαβισμός: Fo‐re‐le

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

Forelle (de) θηλυκό

Σύνθετα[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]


Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Forelle αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές[επεξεργασία]

  • Familienforschung in Westpreußen, ανακτήθηκε στις 20/8/2023 [1], [2]