Klient
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Klient (de) αρσενικό (θηλυκό Klientin)
Δείτε επίσης : klient, kliënt |
Klient (de) αρσενικό (θηλυκό Klientin)