Krim
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Krim (de) θηλυκό
- η Κριμαία
Σουηδικά (sv)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Krim < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Krim αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές[επεξεργασία]
- Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [1]