Zeitwort
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈt͡saɪ̯tˌvɔʁt/
- ⓘ
- ⓘ
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Zeit‐wort
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Zeitwort (de) ουδέτερο
Zeitwort (de) ουδέτερο