aŭdebla
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | aŭdebla | aŭdeblaj |
αιτιατική | aŭdeblan | aŭdeblajn |
aŭdebla (eo)
- που μπορεί να ακουστεί