abactor

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

abactor (en)

Πηγές[επεξεργασία]



Λατινικά (la)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

abactor < abigo, abact-

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

abactor (la) αρσενικό

  1. ζωοκλέφτης
  2. απαγωγέας
  3. απελάτης

Κλίση[επεξεργασία]

αριθμός ενικός πληθυντικός
ονομαστική ăbactor ăbactorēs
γενική ăbactoris ăbactorum
δοτική ăbactorī ăbactoribus
αιτιατική ăbactorem ăbactorēs
κλητική ăbactor ăbactorēs
αφαιρετική ăbactore ăbactoribus
(γ' κλίση)

Πηγές[επεξεργασία]