accidentelle
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
accidentelle | accidentelles |
accidentelle (fr) θηλυκό
- θηλυκό του accidentel
ενικός | πληθυντικός |
accidentelle | accidentelles |
accidentelle (fr) θηλυκό