accidentologie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
accidentologie (fr) θηλυκό
- μελέτη των αυτοκινητιστικών δυστυχημάτων
accidentologie (fr) θηλυκό