accolage
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
accolage | accolages |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
accolage (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
accolage | accolages |
accolage (fr) αρσενικό