advice
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
advice | advices |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
advice (en) (μετρήσιμο και μη μετρήσιμο)
- (μη μετρήσιμο) η συμβουλή, η σύσταση, η υπόδειξη
- ≈ συνώνυμα: pointer, recommendation, suggestion και tip
- γνωστοποίηση, αναγγελία
Ανορθογραφία[επεξεργασία]
advice
- λανθασμένη γραφή του ρήματος advise