aiguilleur
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
aiguilleur (fr)
- o κλειδούχος σιδηροδρομικού σταθμού
- o ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας.
aiguilleur (fr)