alchemia

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Λατινικά (la)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

alchemia < αραβική ال (al, άρθρο) + αραβική كيمياء (kīmiyā’) < αρχαία ελληνική χυμεία < αρχαία ελληνική χύμα < χέω, με συμφυρμό εννοιών από τις λέξεις χημία και Χημία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

alchemia θηλυκό

Κλίση[επεξεργασία]

αριθμός ενικός πληθυντικός
ονομαστική alchemia alchemiae
γενική alchemiae alchemiārum
δοτική alchemiae alchemiīs
αιτιατική alchemiam alchemiās
κλητική alchemia alchemiae
αφαιρετική alchemiā alchemiīs
(α' κλίση)

Πηγές[επεξεργασία]



Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

alchemia θηλυκό