altruiste
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- altruiste < altruisme
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
altruiste | altruistes |
altruiste (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
altruiste | altruistes |
altruiste (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- Ο αλτρουιστής, η αλτρουίστρια