ameublement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
ameublement | ameublements |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ameublement (fr) αρσενικό
- η επίπλωση
ενικός | πληθυντικός |
ameublement | ameublements |
ameublement (fr) αρσενικό