amoralism
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˌeɪˈmɒɹəlɪzəm/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
amoralism (en)
- ο αμοραλισμός, η απουσία ηθικών αρχών
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Amoralism στην αγγλόφωνη Βικιπαίδεια
- immoralism