angle

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
angle angles

angle (en)

Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
angle angles

angle (en)



Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

angle (fr)

  • η γωνία
    angle aigu, droit, obtus, plat - οξεία, ορθή, αμβλεία, ευθεία γωνία
    angle rentrant, saillant

Συγγενικά[επεξεργασία]



Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

angle < angl- + -e

Επίρρημα[επεξεργασία]

angle (eo)