anglican
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- anglican < μεσαιωνική λατινική anglicanus
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
anglican | anglicans |
anglican (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | anglican | anglicans |
θηλυκό | anglicane | anglicanes |
anglican (fr)