angoisser
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
angoisser (fr)
- (μεταβατικό) αγχώνω
- ≈ συνώνυμα: apeurer, tourmenter
- ≠ αντώνυμα: apaiser, calmer, rassurer, tranquilliser
- (αμετάβατο) (οικείο) ανησυχώ