angulaire
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
angulaire (fr)
ενικός | πληθυντικός |
angulaire | angulaires |
- γωνιακός
- secteur angulaire - γωνιακός τομέας