anticonstitutionnel
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- anticonstitutionnel < anti- + constitutionnel
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | anticonstitutionnel | anticonstitutionnels |
θηλυκό | anticonstitutionnelle | anticonstitutionnelles |
anticonstitutionnel (fr) αρσενικό