argumenti

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

argumenti < argument- + -i

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα argumenti
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας argumentas argumentanta argumentata
αόριστος argumentis argumentinta argumentita
μέλλοντας argumentos argumentonta argumentota
υποθετική argumentus - -
προστακτική argumentu - -

argumenti (eo)

li argumentas ke... - επιχειρηματολογεί


Ίντο (io)[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]

argumenti (io)